Σάββατο 21 Μαρτίου 2015

Η απολεσθείς νεάνις, το μηραίον πσάρι και ε γαλαί


kozeriΓια το βιβλίο του Μποστ Η Φαύστα και διάφορα διηγήματα (εκδ. Μεταίχμιο).
Συγγραφθείς υπό Νικολάου Ξένιου
«Δώδεκα χρόνους στο νερό
κι εννέα άλλους μήνους
έτρωγα κρύον το φαγί
κι ωμούς τους αθερίνους!»
Σκιτσογραφών, εικονογραφών, γελοιογραφών, χαρτογραφών και ζωγραφών, ο Μέντης Μποσταντζόγλου εκ Κωνσταντινούπολις απέκτησεν δύο υιοί εκ του γάμου του. Λίαν συντόμως ήρξατο γράφων την «Όμορφη πόλη» κατόπιν παραγγελιών Μίκη Θεοδωράκη. Προηγηθείς του «Δον Κιχώτης» (1961), τώρα κύριοι ήρωες της στήλης του ήσαν η Μαμά Ελλάς, ο Πειναλέων και η Ανεργίτσα. Αι εφημερίδαι «Αυγή» και «Ελευθερία» τον κατέστην γνωστόν πανελληνίος, ουχ ήττων δε τα σκίτσα του κατά των δικτάτωρ εις «Αντί» και «Ταχυδρόμον». Το 1966 ήνοιξεν το δικόν του κατάστημα δώρων με την επωνυμία «Λαϊκαί Εικόναι». Τας πολιτικάς του γελοιογραφίας μέχρι και του θανάτου του διέκρινεν η άκρος ενωχλοιτική ανωρθωγραφία! Επί παράδειγμα, το ως κάτωθι απόσπασμα εκ της «Τραγικής ζωής της Ρίτσας»:

«περιχαρής γηρίζει,
μεγάλον ιχθήν προσκομίζει.
Η σήζηγός του χαίρει
κε τον σκίζη με μαχαίρει.
Κάνει τα σπλάχνα να βγάλη,
μια νέα ξεπροβάλει.
-Ποια είσθε; της λέγουν,
ενώ ανφότεροι κλέγουν»
Εμπνέεται από την καθωσπρέπει νεόπλουτος Ελλάς και τα εθνικόφρων κόμματα που είναι και αρχαιοπρεπής και άθλια, επίσεις δε από του Βυζαντίου, από της Εθνεγαιρσίας κατά τον Τούρκον 1821, από του ελληνοαλβανικού έπους, από τον ζωγράφον Θεόφιλον και τον Καραγκιόζην. Είναι εν μέρει ελληνίζον, εν μέρει χριστιανίζον κι εν μέρει υπερρεαλίζον. Ο στίχος του, ιαμβικός με δεκαπέντε συλαβαί και ελαφρολαϊκός, μετατραπείς εις στίχος άσματός τινος περιπαθούς ως οι «Νεκροθάφται», εμφανίζετε ενήοτε και ως άσμα μελοποιηθείς υπό Μίκη Θεοδωράκη και, τιτλοφορηθής «Νήσος των Αζορών», ερμηνεύθη υπό Μπιθικώτσιου. Η ομοιωκαταληξία είνε σημαντική εις Μποστ:
«Πέρασαν μήνες και καιροί, πέρασαν δύο χρόνια
και τα μαλλιά ασπρίσανε, σκεπάστηκαν με χιόνια.
Εκεί πλησίον βρίσκονται κι αηδόνια, χελιδόνια
που κτίζουν πάντα μιαν φωλιάν επά εις τα μπαλκόνια»
 
Μα και η περιγραφή (υπαινισσομαίνη πολιτικά συστήματα αυτάρχη) των εξοτικών ταξιδίον εις Κίναν και αλλαχού ομοίως:
 
«Πάρα πολλαί ασθένειαι το πλήθος το μαστίζουν
Φορούν μακροσκελείς χιτών και ρύζι συνηθίζουν»
alt
    Ο Μέντης Μποσταντζόγλου (Μποστ)
 
Η αξιολογώτατος έκδοσις του Μεταίχμιον
Στην «Φαύστα» (ή αλλέως: «απολεσθείς κόρη»,1964) επανεκδοθείς ο Μποστ συναντά την σύγχρονον Ελλάς. Το έργον διακομοδεί την «Φαύσταν» του Βερναρδάκη, ήτις ήτο διδακτική, ενώ επιτρέπη πολιτικήν αλλοιγορίαν και νήξεις καφστικάς κατά τον δικτατοριόν, τον απολυταρχικόν καθεστώς και κάθε τυράνου που εσκέφθη να συμπιέση την λαϊκήν βούλησην. Απορριφθείς της προτάσεώς του εκ του Θέατρον Τέχνης Καρόλου Κουν αποφάσισεν ότι δεν θα σκάσει, αλλά ότι την αναμφησβίτιτον αξίαν του θα αναγνωρίση συντόμος η Ελλάς. Και πράγματι, αναγνωρισθείς το έργο υπό του Αθανασίου Παπαγεωργίου, κατέστη έκτοτε πανελληνίος γνοστόν. Με εντόνους, ήτοι μηχανιστικαί κινήσεις, η ηρωίς Ριτσάκι αποδίδει την μπόστειαν πλοκήν, ήτις είνε ανοικτή εις παρέμβασις του δημιουργού κατά βούλησις. Ομοίως, το μήκος της παραστάσεως ποικίλλων, ο δημιουργός έχει εκ του συγγραφέος το ελεύθερον να αλλάζη τας σκηνάς. Τοιουτοτρόπος και ποικιλοτρόπος προσαρμοσθείς, το έργον καθίσταται πολιτική σάτιρα και μείζων της σατίρης. Ο σκηνοθέτης μπορεί να προσθέση επιπλέων σκηνικέ λεπτομέρειαι και τσιφτετέλιον και ό,τι έτερον σουσούμι επιθυμεί, πράγμα που δεν επέτυχον ούτε ο Σεξπήρος ούτε ο ένδοξος ημόν Εσχήλος. Προσθέτων λαϊκά άσματα και μη φθάνοντος χειμώνος η παράστασις δια πρώτην φοράν είδεν το φως εις Εθνικήν Σκηνήν Θεάτρου εις οδός Αγίου Κωνσταντίνου με την ταλανδούχον Σοφία Φιλιππίδου εις τον ρόλον της απολεσθείς κόρης ονόματι Ριτσάκι, ήτις συνήντησεν την Καραβίδαν (ερμηνευθείς υπό της φιλτάτης Εβελίνας Αραπίδου) εις τας εξωτικάς νοτίους θάλασσαις και κατόπιν, επανευρεθείς, άφησε σύκσυλον την χοντρήν της μήτηρ (Σοφία Κακαρελίδου) και τον τρομερόν οκτάπους (Βασίλης Ρίσβας), όταν, μυρίζων κακαβιάν, την έφαγον αι γαλαί.
Την θεατρικήν «Φαύσταν» πλαισιώνουσαι αι διηγήσης «Στην χώρα των τουλίπων», «Το Αιγαίον, αφτό το άγνωστον», ο «Ηρακλής Μαινόμενος», το «Σενάριον» και το «Επάγγελμα της μητρός μου» έχομεν ανά χήρας εγχοιρίδιον σημαντικόν του ως άνω έργου και δυνάμεθα κατανοών το χιούμορ του σπουδαίου συγγραφέος και μη επιλησμονών της τακτικής μνείας του ξεκαρδιστικού αυτού έργου, καθότι το όντι ήμεθα Έλλην και οφείλομεν να αναθρέπτομεν τους εμαυτούς παίδας με όλα τα αγαθά υλικά.
Και ακόμη διότι ήμεθα υπόχρεος εις προγόνους δημιουργοί μεγάλον ηθικόν δίδαγμα:
«Κι ακόμα και το δράμα αυτό μας εξηγεί πως ότι
Η καλυτέρα αρετή είνε η καθαριότη.
Ο νέος οπού οχθρεύεται σαπούνι για να πιάσει
θα είναι το λιγώτερο τους φίλους του να χάσει.
Κι η κόρη που δεν λούζεται και που δεν πλένει πλάτες
την χάνουν οι γονέοι της και τηνε τρώνε γάτες!»
* Ο ΝΙΚΟΣ ΞΕΝΙΟΣ είναι εκπαιδευτικός και συγγραφέας.
altΗ Φαύστα
Και διάφορα διηγήματα
Μποστ
Μεταίχμιο 2015
Σελ. 192, τιμή εκδότη € 12,20

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.